Che Guevara: Τρίτο Μέρος
Πολύ ωραίο βίντεο, πάντα με την ηχητική συνοδεία του “Hasta Siempre”. Στο πρώτο μέρος βλέπουμε σκηνές από το ταξίδι με μοτοσικλέτα (μια πολύ παλιά Norton) που πραγματοποίησε με τον φίλο του Αλμπέρτο Γρανάδο στη Λατινική Αμερική. Ένα τρελό εγχείρημα που κατά τους επαΐοντες σφυρηλάτησε το επαναστατικό του πνεύμα μια και είδε την φτώχεια, τη δυστυχία και την εκμετάλλευση των φτωχών από τους πλούσιους. Ταυτόχρονα κατάλαβε και τον ρόλο των Αμερικανών στη Νότια Αμερική. Στο δεύτερο μέρος βλέπουμε σκηνές από το σκληρό καθεστώς του Δικτάτορα Μπατίστα (με τις ευλογίες της Ουάσινγκτον φυσικά – φοβερή αντίφαση η φτωχή κουβανή εργάτρια με τις μπανάνες σε αντιπαράθεση με τα αμερικάνικα δολάρια στα κουβανέζικα καζίνο) και τέλος την επανάσταση της Κούβας. Στη τελευταία σκηνή και πιο συγκινητική κατ’ εμένα είναι η μητέρα του που έρχεται να τον συναντήσει στην Αβάνα, θριαμβευτής πλέον και ελευθερωτής της Κούβας. Κοιτάξτε πως τον κοιτάει.
Συνέχεια του αφιερώματος:
Επανάσταση στην Κούβα
Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1954, ο Γκεβάρα ταξίδεψε στο Μεξικό, που αποτελούσε κοινό προορισμό εξόριστων Λατινοαμερικανών, από χώρες όπως το Πουέρτο Ρίκο, το Περού, η Βενεζουέλα, η Γουατεμάλα και η Κούβα. Στην πόλη του Μεξικού, συνάντησε τον Κουβανό εξόριστο Νίκο Λόπες, γνώριμό του από την περίοδο της παραμονής του στη Γουατεμάλα, ενώ επανασυνδέθηκε και με την Ίλδα Γκαδέα. Προκειμένου να συντηρείται οικονομικά, εργάστηκε ως γιατρός και ως φωτογράφος, εν μέσω πολλαπλών επαγγελματικών κρίσεων και οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπισε κατά διαστήματα. Το καλοκαίρι του 1955, ήρθε σε επαφή με τον αδελφό του Φιντέλ Κάστρο, Ραούλ, από τον οποίο πληροφορήθηκε την επικείμενη άφιξη του Κάστρο στο Μεξικό. Στις αρχές Ιουλίου του 1955, o Γκεβάρα συνάντησε για πρώτη φορά τον Φιντέλ Κάστρο, o οποίος ήταν αρχηγός των "Moνκαντίστας", και είχε καταφύγει στο Μεξικό μετά την αποφυλάκισή του, αποτέλεσμα της χάρης που του δόθηκε από τον Μπατίστα. Την πρώτη συνεύρεσή τους ακολούθησαν πολυάριθμες συναντήσεις και συζητήσεις γύρω από την πολιτική κατάσταση στη Λατινική Αμερική και το ενδεχόμενο της οργάνωσης μίας επανάστασης ενάντια στη δικτατορία του Μπατίστα. Την ίδια περίπου περίοδο, η Γκαδέα του ανακοίνωσε πως ήταν έγκυος και ο Γκεβάρα της πρότεινε γάμο, ο οποίος τελέστηκε τελικά στις 18 Αυγούστου 1955, στο ληξιαρχείο του μεξικανικού χωριού Τεποτσοτλάν.
Στις 25 Νοεμβρίου του 1956, 82 επαναστάτες, μεταξύ αυτών και ο Τσε Γκεβάρα, ταξίδεψαν με το πλοιάριο Granma, από τον ποταμό Τούξπαν του Mεξικoύ με προορισμό την Κούβα, στην οποία έφθασαν τελικά στις 2 Δεκεμβρίου. Κατά την απόβασή τους, δέχθηκαν επίθεση από τα στρατεύματα του καθεστώτος, από την οποία επέζησαν 15-20 αντάρτες που κατάφεραν να ανασυνταχθούν και να καταφύγουν στα βουνά της Σιέρα Μαέστρα. Με σημείο εκκίνησης την επίθεση αυτή, ο ρόλος του Τσε Γκεβάρα στον ανταρτοπόλεμο διαφοροποιήθηκε σταδιακά, αντιλαμβανόμενος o ίδιος όλο και λιγότερο ως μοναδικό καθήκον του την ιατρική συμπαράσταση, και λαμβάνοντας ενεργό μέρος στις ένοπλες δραστηριότητες τον επαναστατών. Η αποφασιστικότητά του και οι ικανότητες του, σύντομα οδήγησαν στην άνοδό του στην ιεραρχία του αντάρτικου σώματος, κερδίζοντας το σεβασμό των υπολοίπων ανταρτών, χωρίς να απουσιάζει και το αίσθημα του φόβου που προκαλούσε ενίοτε η σκληρότητά του, υπεύθυνος ο ίδιος για εκτελέσεις ανταρτών που λειτουργούσαν ως πληροφοριοδότες του κουβανικού καθεστώτος. Υπήρξε ο πρώτος αντάρτης, στον οποίο δόθηκε το αξίωμα του Κομαντάντε του Επαναστατικού Στρατού της Κούβας, στις 21 Ιουλίου 1957. Αν και μέχρι τότε αποτελούσε έναν απλό οπλίτη, χωρίς να έχει διακριθεί ιδιαιτέρως σε στρατιωτικό επίπεδο αλλά έχοντας επιδείξει γενναιότητα και αρχηγικές δεξιότητες, ο Κάστρο του εμπιστεύτηκε την ηγεσία της Δεύτερης Φάλαγγας του αντάρτικου στρατού (για λόγους παραλλαγής έφερε τον αριθμό 4), έχοντας έτσι μόνο τον Κομαντάντε εν Σέφε Φιντέλ Κάστρο ως ανώτερό του.
Μετά την επιτυχία του αντάρτικου στρατού και κατά τους πρώτους μήνες της κατάληψης της εξουσίας, ο Τσε Γκεβάρα τέθηκε διοικητής του φρουρίου Λα Καμπάνια, με αρμοδιότητα να εξετάζει τις εφέσεις των υποθέσεων των δύο Επαναστατικών Δικαστηρίων (Tribunales Revolucionarios, TR) που λειτουργούσαν δικάζοντας στρατιωτικούς και αστυνομικούς ή πολίτες. Στις 7 Φεβρουαρίου 1959, ψηφίστηκε ένα διάταγμα μέσω του οποίου αποκτούσαν την κουβανική υπηκοότητα όλοι οι αλλοδαποί διοικητές του αντάρτικου στρατού. Ο νόμος αυτός, επρόκειτο εμφανώς να εφαρμοστεί αποκλειστικά στην περίπτωση του Τσε Γκεβάρα, αποτελώντας ένα είδος φόρου τιμής και αναγνώρισης στο πρόσωπό του και τη συμβολή του στην κουβανική επανάσταση.
Στην ακμή της πολιτικής του δραστηριότητας ως μέλος της κυβέρνησης, ο Τσε διορίστηκε διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας της Κούβας, στις 26 Νοεμβρίου 1959, διατηρώντας παράλληλα την ευθύνη για το τμήμα βιομηχανίας του INRA και την πολιτιστική επιμόρφωση του στρατού. Ανάμεσα στις πρώτες του ενέργειες, ήταν μία σειρά μέτρων με στόχο τον έλεγχο του αποθέματος συναλλάγματος, καθώς και η ρευστοποίηση των τραπεζών του καθεστώτος του Μπατίστα. Στα τέλη του έτους, και ενώ οι τράπεζες των Ηνωμένων Πολιτειών είχαν ήδη αναστείλει τις πιστώσεις των εισαγωγών, άρχισε να διερευνά, σε συνεργασία με τον Φιντέλ Κάστρο και άλλους κομμουνιστές ηγέτες, το ενδεχόμενο της σοβιετικής στήριξης. Το Φεβρουάριο του 1960, υποδέχθηκε τον Αναστάς Μικογιάν, μέλος του πολιτικού γραφείου του κομμουνιστικού κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης και ένθερμο υποστηρικτή της προσέγγισης με την Κούβα, όπως άλλωστε ήταν αρχικά και ο ίδιος ο Τσε. Το επόμενο διάστημα, εντάθηκε η αντιπαράθεση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της κουβανικής κυβέρνησης, ενώ στις 13 Οκτωβρίου κηρύχθηκε εμπάργκο σε όλα τα εμπορεύματα με προορισμό την Κούβα, αποκλείοντας τη χώρα από κάθε οικονομική δραστηριότητα. Μία εβδομάδα αργότερα, ο Τσε Γκεβάρα σχολίασε τον αποκλεισμό, αναφερόμενος σε ελλείψεις που δεν θα ήταν δυνατό να καλυφθούν, αλλά και εκφράζοντας αισιοδοξία για την πορεία της κρατικοποιημένης πλέον βιομηχανίας. Παράλληλα, έκανε γνωστό πως δεν ήταν πλέον πρόεδρος της τράπεζας, αναλαμβάνοντας νέα καθήκοντα.
Συνεχίζοντας το έργο του ως υπουργός βιομηχανίας, επεδίωξε να προωθήσει την ταχεία εκβιομηχάνιση της χώρας, πρόγραμμα που υπήρξε όμως πρόωρο, αντιμετωπίζοντας πολλές δυσκολίες στην εφαρμογή του και καταλήγοντας σε αποτυχία. Τον Αύγουστο του 1961 συμμετείχε στις συνεδριάσεις της ολομέλειας του Διαμερικανικού Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου, καταψηφίζοντας το δεκαετές σχέδιο του Τζον Φ. Κένεντι «Συμμαχία για την Πρόοδο» (Alliance for Progress), το οποίο χαρακτήριζε ως μία προσπάθεια αναχαίτισης των επαναστατικών κινημάτων στη Λατινική Αμερική και κατασκεύασμα κατά της Κούβας. Την ίδια περίπου περίοδο, διαδραμάτισε ενεργό ρόλο στην απόφαση εγκατάστασης σοβιετικών πυραύλων στο έδαφος της Κούβας, γεγονός που δεν πέρασε απαρατήρητο από τις μυστικές υπηρεσίες των Ηνωμένων Πολιτειών, οδηγώντας τελικά στην Κρίση των πυραύλων, τον Οκτώβριο του 1962.
Σε ότι αφορά την οικονομική πολιτική, ο Τσε Γκεβάρα ήταν αντίθετος στην αντιγραφή του σοβιετικού οικονομικού μοντέλου της «οικονομικής αυτοδιαχείρισης», καθώς θεωρούσε πως οι ιδιαίτερες συνθήκες της Κούβας απαιτούσαν διαφορετικές πρακτικές και υπερασπιζόταν το συγκεντρωτισμό στον τομέα της βιομηχανίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου